μνεία

μνεία
η (ΑΜ μνεία, Α αιολ. τ. μνᾶ)
1. αναφορά, υπόμνηση, υπενθύμιση (α. «σε κανένα χωρίο δεν υπάρχει σχετική μνεία» β. «ὀλίγον πρότερον μνείαν ἐποιοῡ πρὸς ἐμὲ ὑπὲρ τοῡ νεανίσκου», Πλάτ.)
2. φρ. «μνεία(ν) ποιοῡμαι τινος» ή «κάνω μνεία» — υπενθυμίζω, μιλώ για κάτι ή για κάποιον («ἀναγκάζει... μνείαν ποιεῑσθαι τῆς τῶν ἀφροδισίων χάριτος», Πλάτ.)
νεοελλ.
φρ. «εύφημος μνεία» — τιμητική διάκριση
που απονέμεται σύμφωνα με τους κανονισμούς αρχής, σωματείου, συλλόγου κ.λπ. για ορισμένες ενέργειας ή για την επιστημονική, κοινωνική κ.ά. προσφορά κάποιου
αρχ.
1. (για άγιο) νηστεία
2. μνήμη, ανάμνηση («βίου δὲ τοῡ παρόντος οὐ μνείαν ἔχεις», Σοφ.)
3. (για αγίους) μνημόνευση
4. (στον πληθ. ως κύριο όν.) αἱ Μνεῑαι
οι Μούσες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μνεία (< *μνη-ιᾱ < *μνᾱιᾱ) < θ. μνᾱ- τού μνάομαι / μνῶμαι + κατάλ. -ία (πρβλ. λεία, χρεία) με βράχυνση τής μακρόφωνου διφθόγγου (πρβλ. ληιτουργώ > λειτουργώ)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • μνεία — μνείᾱ , μνεία remembrance fem nom/voc/acc dual μνείᾱ , μνεία remembrance fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μνείᾳ — μνείᾱͅ , μνεία remembrance fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μνεία — η η αναφορά, η υπόμνηση, η ενθύμηση: Έκανε μνεία στο έργο των προκατόχων του …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • μνείας — μνείᾱς , μνεία remembrance fem acc pl μνείᾱς , μνεία remembrance fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μνείαν — μνείᾱν , μνεία remembrance fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μνειῶν — μνεία remembrance fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μνεῖαι — μνεία remembrance fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μνείαις — μνεία remembrance fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ιράκ — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Ιράκ Έκταση: 437.072 τ. χλμ. Πληθυσμός: 24.001.816 (2002) Πρωτεύουσα: Βαγδάτη (4.478.000 κάτ. το 1995)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με την Τουρκία, στα Δ με τη Συρία και την… …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”